Στη χώρα μας δεν υπάρχουν συστηματικές
φυτείες χουρμαδιάς (Phoenix dactylifera, οικ. Arecaceae) αλλά αυτή
χρησιμοποιείται μόνο ως καλλωπιστικό δένδρο. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει
αυξημένη ζήτηση των νωπών καρπών της χουρμαδιάς από τις αγορές της
Ευρώπης ενώ στην Κύπρο έχουν ήδη εγκατασταθεί αρκετές εμπορικές φυτείες.
Η χουρμαδιά (Phoenix dactylifera, Φοίνιξ ο
δακτυλοφόρος) είναι είδος φοίνικα. Φύεται στην Βόρεια Αφρική (Σαχάρα),
στην Αραβική χερσόνησο, στη Μεσοποταμία του Ιράκ και κατά μήκος του
Περσικού φτάνει μέχρι το Πακιστάν, τη βορειοδυτική Ινδία και τα
νοτιοδυτικά σύνορα του Αφγανιστάν. Από τα δεδομένα που υπάρχουν για τη
χώρα μας και την Κύπρο φαίνεται ότι η εμπορική καλλιέργεια της
χουρμαδιάς μπορεί να είναι επιτυχής στις αναφερόμενες στο τέλος του
κειμένου περιοχές.
Η χουρμαδιά είναι δένδρο αειθαλές μεγάλου
ύψους, περίπου 20 με 30 μ. Έχει λεπτό κορμό γκρίζου-καφέ χρώματος, τα
φύλλα της έχουν μήκος περί τα 5,5-6,0 μ. και τα φυλλάρια του τα 30-60
εκατοστά. Αντέχει στο ψύχος μέχρι και στους -10οC και έχει
απαιτήσεις σε φως και νερό. Είναι απαραίτητη η συγκαλλιέργεια αρσενικών
και θηλυκών δένδρο σε αναλογία 1:25-30. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με
παραφυάδες που σχηματίζονται κοντά στην επιφάνεια του εδάφους.
Η χουρμαδιά ευδοκιμεί σε περιοχές με μακρύ, ζεστό και ξηρό καλοκαίρι με επαρκή
εδαφική υγρασία, ενώ είναι ανθεκτική σε
θερμοκρασίες έως -7°C αλλά και στους ισχυρούς ανέμους που αποτελούν
περιοριστικό παράγοντα για άλλες καλλιέργειες.
Αναπτύσσεται σε μεγάλη ποικιλία εδαφών,
ακόμα και σε αλκαλικά ή αλατούχα, αλλά προτιμάει αμμοπηλώδη εδάφη με
καλό αερισμό ενώ παράλληλα η άρδευση κρίνεται απαραίτητη (μπορεί να
χρησιμοποιηθεί και νερό με υψηλή περιεκτικότητα σε άλατα) καθώς απαιτεί
διπλάσια ποσότητα νερού από τα εσπεριδοειδή.
Το κλάδεμα περιορίζεται στην αφαίρεση των παλαιών φύλλων και ταξιανθιών.
Ο καρπός είναι έχει σχήμα επίμηκες και
χρώμα κίτρινο, σκούρο κοκκινόμαυρο ή καφετί με γλυκιά σάρκα και
καταναλώνεται νωπός ή αποξηραμένος. Καρπούς παράγουν μόνο τα θηλυκά
δέντρα συνήθως όταν κοντά τους φύονται αρσενικά και βοηθούν τη
γονιμοποίηση μέσω της γύρης των ανθών. Οι καρποί δεν ωριμάζουν
ταυτόχρονα οπότε η συγκομιδή διαρκεί αρκετές εβδομάδες.
Οι ποικιλίες που προωθούνται είναι: Bou Faggous, Barhee, Khalas, Lulu και Deglet
Nour. Η καλλιέργεια προωθείται στους
Νομούς της Νήσου Κρήτης, Λακωνίας, Μεσσηνίας, Δωδεκανήσου και Κυκλάδων
στις θερμότερες και παραθαλάσσιες περιοχές αυτών καθώς και σε άλλες
περιοχές όπου υπάρχει καλλιεργητική εμπειρία σύμφωνα με τις κατά τόπους
αρμόδιες Δ/νσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των Περιφερειακών
Ενοτήτων.
Πηγή: Υπουργείο Αγροτικής
Ανάπτυξης και Τροφίμων – Γενική Διεύθυνση Φυτικής Παραγωγής – ΠΑΠ
Δενδροκηπευτικής ΕΣΠΕΡΙΔΟΕΙΔΗ & ΥΠΟΤΡΟΠΙΚΑ ΦΥΤΑ
Διευθυντής: Αντώνης Κουντούρης, Γεωπόνος,
αν. Προϊστάμενος Γεν. Δ/νσης Φυτικής – Χαραλαμπία Μπαϊρακτάρη,
Γεωπόνος, Προϊσταμένη τμήματος Εσπεριδοειδών & Υποτροπικών – Ιωάννα
Πέτκου, Γεωπόνος MSc,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου